Και σε λυπούνται που δεν το 'χεις νιώσει

κι εσύ λυπάσαι που το ξέρεις πρώτος
και που κανείς δεν είχε λάβει γνώση
πως η σιωπή σου ήταν χρόνια κρότος.


Τρίτη 20 Απριλίου 2010

Lock the last open door, my ghosts are gaining on me (1)

(Δεν θα σχολιάσω το γεγονός ότι τον ιστότοπό μου τον κατάντησα σαν τσίρκο, με έναν καταιγισμό παρδαλών χρωμάτων που σε κάνουν να σκέφτεσαι αν καν αξίζει να ασχοληθείς με το τι γράφει μέσα)

Δεν θεωρώ πως έχω κάτι συγκεκριμένο να πω. Μπορεί να ελπίζω πως 'σπαταλώντας' χρόνο εδώ, δεν θα τελειώσει η νύχτα. Μα γιατί να μην θέλω να τελειώσει η νύχτα από την στιγμή που όταν πέφτει ο ήλιος η καρδιά μου και ο νους μου γεμίζουν σκιές; Υπάρχει περίπτωση να μου αρέσει αυτό; Υπάρχει περίπτωση να ευχαριστιέμαι την 'πτώση' μου; Μπορεί να θεωρώ πως φεύγοντας από εδώ και πέφτοντας πιο βαθιά μέσα στο βούρκο θα συναντήσω πλάσματα και καταστάσεις διαφορετικές. Τι να πω....

Ποτέ μου δεν κατάλαβα τον λόγο που όταν πλησιάζει η νύχτα με πιάνει αυτό. Σαν να γυρνάνε όλα πίσω. Σαν να ανοίγω δίχως να χρειάζεται να βρεθεί το κλειδί ή δίχως να υπάρχουν άμυνες που χρόνια ορθώνονται. Μπορεί απλά να έχω ανάγκη να μιλήσω. Αλλά αν ίσχυε αυτό, δεν θα το έκανα ήδη; Άρα το απορρίπτουμε. Μπορεί να χάνω την σιγουριά της ζέστης του ήλιου, αυτού του ήλιου που τόσες φορές έχω απαρνηθεί, αλλά αυτός είναι που με μεγάλωσε, που μου έδωσε ζωή. Το φεγγάρι το αγαπώ. Αλλά είναι κρύο και τις νύχτες δεν έχεις κάτι να σε σκεπάζει. Και κατά βάθος όταν 'ανοίγεις' τόσο, τίποτα δεν μπορεί να σε σκεπάσει. Αυτή την γύμνια, αυτή την πληγή που κουβαλάς μέσα σου, μόλις φανεί, μόλις η σαπίλα της πληγής φανερωθεί, ούτε μια γλυκιά κουβέντα, ούτε ένα χάδι, ούτε μια αγκαλιά μπορεί να σε σώσει. Το μόνο που θες είναι να σταματήσεις να σκέφτεσαι. Να σταματήσεις να βλέπεις, να ακούς...

Και ύστερα από όλο αυτό που περνάς (που κάνει τους άλλους να σε θεωρούν άρρωστο ή τους κάνει να σε λυπούνται και να θέλουν να βγάλουν τον 'καλό' τους εαυτό) ξέρεις πως αύριο το πρωί όλα θα είναι καλά...σαν γιατρεμένα από ένα θεϊκό χέρι. Και ύστερα, το βράδυ θα τρέχεις πάλι σαν το αγρίμι να κρυφτείς σε μέρη που οι άλλοι δεν θα μπορούν να σε δουν ή που και κατά βάθος δεν θα μπορείς εσύ ο ίδιος να σε δεις. Διότι πληγώνεσαι να σε βλέπεις αδύναμο, πληγώνεσαι να σε βλέπεις 'άνθρωπο'. Αλλά τι θες να είσαι αν όχι άνθρωπος; Ένα καθημερινό ζώο; Είναι καλύτερα αυτά; Ένας Θεός; Τι; Αλλά ποτέ δεν απαντάς, όχι από φόβο μην φανείς ανόητος ή παιδί, μα γιατί ξέρεις πως αγαπάς αυτό που είσαι όσο το μισείς κιόλας. Γνωρίζεις πως είναι να αγαπάς και να μισείς ταυτόχρονα, να πονάς και να ευχαριστιέσαι. Αυτή η μάχη σού ερεθίζει την ψυχή και σε οδηγεί σε μια σφαγή όλων όσων έχεις και κρύβεις καλά μέσα σου.

Αλλά άσε τα φαντάσματα για άλλη μέρα. Έτσι κι αλλιώς δεν θα σε αφήσουν ποτέ μόνο. Είναι οι σύντροφοι που έψαχνες και οι εχθροί που επέφευγες μην τυχόν και συναντίσεις. Και είναι εκεί. Δίπλα σου και μακριά σου. Τόσο κοντά σου ώστε να σε στοιχειώνουν και τόσο μακριά ώστε να σε αφήνουν να νιώθεις το μεγάλο τίμημα της μοναξιάς του βραδιού. Τρέφονται από αυτό. Είσαι η τροφή τους. Τα θρέφεις και σε ακολουθούν πιστά σαν το ζώο που ποτέ σου δεν απέκτησες.

Κλείσε τις πόρτες καλά, αλλά ένα να θυμάσαι: τα φαντάσματα περνάνε και μέσα από τους τοίχους....

Δεν υπάρχουν σχόλια: